Ο Στυλιανός Σ. Κοσκινίδης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1945. Με το ανήσυχο επιχειρηματικό του πνεύμα εξελίχθηκε γοργά μεταμορφώνοντας στην κυριολεξία τη μικρή βιοτεχνία που ίδρυσε ο πατέρας του το 1922. Υπήρξε δυναμικός επιχειρηματίας που τολμούσε συνεχώς με επενδύσεις, αναβαθμίσεις και επεκτάσεις δημιουργώντας μια εύρωστη εταιρεία που βρίσκεται σήμερα στην κορυφή του κλάδου κυτιοποιίας-λιθογραφίας. Ο Στέλιος Κοσκινίδης κατάφερε γρήγορα να τον υπολογίζουν και κατά τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του απέκτησε φίλους και συνεργάτες που τον σέβονταν και τον εκτιμούσαν βαθιά.
Απεβίωσε στις 27 Ιανουαρίου 2019 σε ηλικία 74 ετών. Ως ένας άνθρωπος με αξίες και ιδανικά άφησε μεγάλο κενό με το θάνατό του. Πέραν της στενής οικογένειας, πολλοί ήταν οι φίλοι του Στέλιου Κοσκινίδη που εξέφρασαν τη θλίψη τους ποικιλοτρόπως. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι και η παρακάτω μαντινάδα που εμπνεύστηκε καρδιακός φίλος του, ο οποίος επιθυμεί να παραμείνει ανώνυμος.
Με έπεισαν στο σχολείο πως πρέπει να ωριμάσω
με έπεισαν εις το σχολείο το νου μου να δαμάσω,
μου μαθε η μανούλα μου τι έχει σημασία
και ο μπαμπάς μου ηθική, αρχές, σκοπό, αξία.
Μου είπαν «ενστερνίσου τα», «να σε καλός πολίτης»
και κάπως έτσι έγινα «εθνών ο καταλύτης».
Και τώρα που ωρίμασα που δάμασε το νου μου
η ρότα που δε χάραξα, εικόνα του ονειρού μου,
φτερά δαιμόνων βγήκαμε, μα η καρδιά σε μάχη
την παπαρούνα του εγώ θέλει να κάνει στάχυ.
Όλα αυτά που μου μαθαν να κάνει πάλι πέρα
δε θα πεθάνει αν δε δει να φεύγει η χολέρα!
Βλέπω την παιδικότητα να χάνει από τη συνήθεια
σε όποιο μέρος και αν βρεθώ ψάχνω για την αλήθεια
νιώθω τη μάνα την καρδιά να κλαίει για το παιδί της
τη μια να είναι Αυγερινός, τη μια Αποσπερίτης.
Μου ‘ρχεται σαν παράδειγμα η Τροία του Πριάμου,
η λάσπη βρίσκεται παντού, μα όχι στο όνομα μου.
Εσύ σχολείο δεν πάτησες, δεν έμαθες «Παιδεία»
πότε δεν παπαγάλισες τα ήθη και τα θεία
με τη μάνα σου σύγκρουση όσο κοντά της ζούσες
γιατί σε αντίθεση με αυτήν ελεύθερος κοιτούσες.
Σε θέλανε στη φυλακή, σε λέγανε αλήτη
Φώναξε τώρα στην γιαγιά «τους έκλεισα το σπίτι»!
Από τότε περάσανε χρόνια σχεδόν 40,
μα η καρδιά σου η παιδική, ξέρω, θα καίει πάντα.
Γι’ αυτό είσαι πρώτα άνθρωπος, γι’ αυτό είσαι πρώτα φίλος
γι’ αυτό θολώνεις και βρυχάς και κλαις όπως ο Νείλος
γι’ αυτό και χαρωπάλεψες σαν να ήτανε παιχνίδι,
καημένε Χάρε τα βαλές με λάθος Κοσκινίδη!
Όποτε κι αν σε χρειαστώ, εκεί θα σαι για μένα
τα λόγια σου είναι στο μυαλό βαθέως χαραγμένα.
Έχω αξιοπρέπεια, σκέφτομαι πριν κουνήσω,
φωνάζω μέσα μου «ΜΠΟΡΩ!» μέχρι να σπαρταρίσω.
Θα σε δαμάζω βρε ζωή, αδάμαστή γυναίκα.
Και όταν το χάος έρχεται μετρώ μέχρι το 10.